Ακράτεια ούρων

Σύμφωνα με τους ουρολόγους ακράτεια ούρων είναι η μη ελεγχόμενη απώλεια ούρων. Η ακράτεια είναι ένα ενοχλητικό σύμπτωμα που επηρεάζει αρνητικά σε μεγάλο βαθμό την ποιότητα ζωής των πασχόντων. Σε πολλές περιπτώσεις μεταβάλει την κοινωνική και σεξουαλική συμπεριφορά κυρίως των γυναικών και μπορεί να τις οδηγήσει σε κοινωνική απομόνωση. Δεν είναι όμως λίγες και οι περιπτώσεις εκείνες που δημιουργεί και σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα στους πάσχοντες.

Οι πιο κοινοί τύποι ακράτειας είναι η ακράτεια από προσπάθεια (stress) και η επιτακτική ακράτεια ή ακράτεια από έπειξη (urge). Αν αυτές συνυπάρχουν τότε έχουμε ακράτεια μικτού τύπου. Επίσης υπάρχει και η ακράτεια από υπερπλήρωση. Η ακράτεια από προσπάθεια είναι η πιο συχνή, αποτελώντας περίπου το 50% με 70% (ανάλογα με τις επιδημιολογικές μελέτες) των περιπτώσεων ακράτειας ούρων στις γυναίκες, ενώ η μικτή με 20-40% και η επιτακτική περίπου 10%.

Η ακράτεια από προσπάθεια οφείλεται σε απώλεια της στήριξης της ουροδόχου κύστης και στο γεγονός ότι η σύγκλειση της ουρήθρας είναι ανεπαρκής επειδή κινείται πολύ εύκολα, ως αποτέλεσμα μαιευτικού τραύματος, τοκετών και εγχειρήσεων στην περιοχή (υστερεκτομή, κυστεοκήλη), οι οποίες επηρεάζουν τη σταθερότητα των μυών και των συνδέσμων του πυελικού εδάφους και την μείωση των οιστρογόνων, τα οποία βοηθούν στη σωστή ευθυγράμμιση της ουρήθρας. Επίσης μπορεί να οφείλεται σε ανεπάρκεια του σφικτηριακού μηχανισμού της ουρήθρας, πχ. εξαιτίας χειρουργικών επεμβάσεων, τραυματισμό ή βλάβη της νεύρωσης του σφικτήρα (χειρουργικές επεμβάσεις, πολυνευροπάθεια του σακχαρώδη διαβήτη, παθήσεις του κατώτερου κινητικού νευρώνα) και ακτινοβολία στην πύελο. Η απώλεια της στήριξης της ουροδόχου κύστης οδηγεί σε διαρροή ούρων με την αύξηση της ενδοκοιλιακής πίεσης σε διάφορες φυσιολογικές δραστηριότητες, όπως ο βήχας, το φτέρνισμα, η ανύψωση αντικειμένων, η οποία υπερνικά την πίεση της ουρήθρας.

Η επιτακτική ακράτεια οφείλεται σε αύξηση της δραστηριότητας της κύστης και του εξωστήρα μυ, δημιουργώντας έντονο αίσθημα ανάγκης για ούρηση (έπειξη) με μικρή προειδοποίηση, και χαρακτηρίζεται από μεγάλες απώλειες ούρων. Αίτιά της μπορεί να είναι ουρολοιμώξεις, νεοπλάσματα της ουροδόχου κύστης, υποκυστική απόφραξη (πχ. στην υπερτροφία του προστάτη), νευρολογικές παθήσεις (πολλαπλή σκλήρυνση, νόσος του Πάρκινσον, εγκεφαλικά επεισόδια, τραυματισμοί της σπονδυλικής στήλης, δισχιδής ράχη) και λίθοι της ουροδόχου κύστης.

Υπάρχουν επίσης και διάφορες τροφές και φάρμακα τα οποία προκαλούν προσωρινή ακράτεια ούρων: αυτά είναι το οινόπνευμα, η καφεΐνη, τα ντεκαφεϊνέ ροφήματα, τα ανθρακούχα ποτά, τα τεχνητά γλυκαντικά, το σιρόπι καλαμποκιού, τρόφιμα με μεγάλες ποσότητες ζάχαρης, μπαχαρικών και οξέων, μεγάλες δόσεις βιταμινών Β και C και αντιυπερτασικά, κατασταλτικά και μυοχαλαρωτικά φάρμακα και ουσίες.

Διάγνωση

Ένα προσεκτικό ιστορικό είναι απαραίτητο για να καθοριστεί το μέγεθος και η συχνότητα της απώλειας ούρων, καθώς μπορεί να υποδείξει το είδος της ακράτειας. Άλλα σημαντικά σημεία είναι η δυσφορία, η χρήση φαρμάκων και ιστορικό πρόσφατων χειρουργείων και ασθενειών. Στο ιστορικό μπορεί επίσης να δοθεί ένα διάγραμμα ή ημερολόγιο ούρησης ώστε να προσδιοριστούν η συνήθειες ούρησης και συνοδά σημεία. Επίσης, μπορεί να εκτιμηθεί η απώλεια ούρων με τη δοκιμασία της πάνας (pad test), όπου μετράται το βάρος της πάνας πριν και μετά αφού φορεθεί για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, ώστε να υπολογιστεί αντικειμενικά ο βαθμός απώλειας ούρων. Δοκιμασίες για να προσδιοριστεί η ύπαρξη ακράτειας είναι η δοκιμασία Βαλσάβα, όπου εξετάζεται αν υπάρχει διαρροή ούρων όταν γίνεται εκπνευστική προσπάθεια με κλειστή την επιγλωττίδα με αποτέλεσμα την αύξηση της ενδοκοιλιακής πίεσης, η δοκιμασία Μάρσαλ ή Μπόνεϊ, όπου εξετάζεται αν η ακράτεια που προκαλείται με το βήχα διορθώνεται με ανασήκωση του κυστικού αυχένα, η δοκιμασία q-tip, η οποία εξετάζει την κινητικότητα του αυχένα της ουρήθρας (θετική αν η μετατόπιση είναι μεγαλύτερη από 30 μοίρες). Επίσης γίνεται εξέταση για πρόπτωση οργάνων της πυέλου, διερεύνηση για όγκους, και νευρολογική εκτίμηση (ώστε να βρεθεί αν υπάρχει νευρολογικό αίτιο). Εργαστηριακές εξετάσεις περιλαμβάνουν τη γενική ούρων, βιοχημική εξέταση ούρων, κυτταρολογική εξέταση, κυστεοσκόπηση, υπερηχογράφημα και μέτρηση υπολείμματος ούρων.

Ο κύριος διαγνωστικός έλεγχος είναι η ουροδυναμική ανάλυση, η οποία γίνεται όταν οι άλλες μέθοδοι δεν έχουν σαφή συμπεράσματα, στην οποία μετράται η ροή των ούρων κατά την ούρηση. Χαμηλή ροή είναι ενδεικτική υποκυστικής απόφραξης. Με την ουροδυναμική ανάλυση μπορεί να προσδιοριστεί η λειτουργικότητα του εξωστήρα, η αισθητικότητα, χωρητικότητα και ενδοτικότητα της ουροδόχου κύστης και η συνεργασία εξωστήρα και σφικτήρα.

Τέσσερις στις δέκα γυναίκες εμφανίζουν πρόβλημα ακράτειας ούρων

Μπορείτε τώρα να αντιμετωπίσετε ανώδυνα και αποτελεσματικά τη δυσάρεστη αίσθηση της απώλειας ούρων χωρίς χειρουργείο και χωρίς χάπια